Πέμπτη 9 Ιουλίου 2009

ΣΥ.ΡΙΖ.Α.: Η υπόθεση σηκώνει τσιγάρο

του Χριστόφορου Κάσδαγλη

Λιαζόµουν σε µια παραλία, όταν µου ζήτησαν τηλεφωνικά αυτό το άρθρο. Λογικά θα ’πρεπε να αρνηθώ ευγενικά και να ρίξω άλλη µια βουτιά. Αυτό που δεν ήξεραν, όµως, οι σύντροφοι από τη ΓΑΛΕΡΑ ήταν ότι το υλικό το είχα εκεί δίπλα, έτοιµο. Ήταν αποσπάσµατα από το πολιτικό µυθιστόρηµα που µατσακονίζω εντατικά τους 3 τελευταίους µήνες, µε τίτλο «Η Αριστερά και ο κακός ο λύκος». Το γαµώτο ενός αριστερού, που βλέπει µια ζωή το κόµµα του να υπολείπεται των περιστάσεων.

Ακόµα ηχούν στ’ αυτιά µου τα λόγια του νεαρού Αλέξη Τσίπρα (αλλά θα µπορούσε κάλλιστα να είναι στη θέση του και ο Αλέκος Αλαβάνος) στην προεκλογική συγκέντρωση της πλατείας Κοτζιά: «Την Κυριακή θα αναδειχθούµε τρίτη πολιτική δύναµη, µε διψήφιο ποσοστό και τρεις ευρωβουλευτές». Δεν έχω καταλήξει αν έχω µετανιώσει που… χειροκρότησα.
Αλλά µου θύµισε αµέσως µια άλλη ατάκα, 32 χρόνια πριν, όταν ο γηραιός ηγέτης της Συµµαχίας, Ηλίας Ηλιού, διακήρυττε ότι «σ’ αυτές τις εκλογές αναµετριώνται τρία ισοδύναµα άλογα». Η οµοιότητα σπάει κόκκαλα.

Προτάθηκαν πολλές ερµηνείες για την αδυναµία του ΣΥΡΙΖΑ να πετύχει ένα αποτέλεσµα αντάξιο των προσδοκιών του: Για πρώτη φορά ο χώρος άνοιξε τόσα µέτωπα, κρατώντας αµείωτη τη δραστηριότητά του πέραν της προεκλογικής καµπάνιας. Ανέτρεψε συσχετισµούς, ηγήθηκε κινητοποιήσεων, αγνόησε το πολιτικό κόστος, άσκησε αντιπολίτευση -για ένα διάστηµα, µάλιστα, προνοµιακή-, είδε τα δηµοσκοπικά ποσοστά του να απογειώνονται.

Θεωρώ ότι οι περισσότερες από τις εξηγήσεις που έχουν δοθεί (η επίθεση που δέχτηκε ο ΣΥΡΙΖΑ µετά το Δεκέµβριο, το εσωκοµµατικό δηµοψήφισµα που εξελήφθη ως πόλεµος για τις καρέκλες, ο δυϊσµός στην ηγεσία, η θολή ευρωπαϊκή γραµµή, οι διεθνείς τάσεις, η αποχή των νέων, η οργανωτική αµορφία), έχουν βάση. Έχω να υποδείξω τρεις άλλες ερµηνείες, κατά τη γνώµη µου πιο αποφασιστικές.

Εξήγηση Νο 1: Κόντρα στην παράδοση

Μπορεί πολλοί να πιστεύουν ότι είµαστε οι συνεχιστές του Τσε Γκουεβάρα. Κατά βάσιν, όµως, είµαστε απλώς οι συνεχιστές του ΚΚΕ εσωτερικού. Δεν υποτιµώ τη µετατόπιση των στελεχών που απεγκλωβίστηκαν κατά τη δεκαετία του ’90 από το ΚΚΕ, ούτε τις δυνάµεις που συναθροίζει ο ΣΥΡΙΖΑ. Δεν αγνοώ επίσης τον νέο συσχετισµό δυνάµεων εντός του Συνασπισµού. Η καρδιά του χώρου, ωστόσο, δεν παύει να είναι ΚΚΕ εσωτερικού, ό,τι κι αν µπορεί να σηµαίνει σήµερα αυτό. Μοιάζει απλοϊκή η ερµηνεία, αλλά δεν είναι. Δεν πρόκειται τόσο για πρόβληµα γραµµής, όσο για ζήτηµα πολιτικής κουλτούρας: τον παραδοσιακό ψηφοφόρο του Συνασπισµού δεν τον ενοχλεί κατ’ αρχήν η ηγεσία στο πρόσωπο του Αλαβάνου ή του Τσίπρα (ψευτοδίληµµα κι αυτό, ε;), ούτε έχει αντιρρήσεις επί της αρχής σχετικά µε την κινηµατική στροφή του κόµµατος ή µε τη σύµπηξη του ΣΥΡΙΖΑ Τον απασχολεί όµως η γενική εικόνα που εκπέµπει ο χώρος, οι στρατηγικοί προσανατολισµοί του, η φρασεολογία, το στυλ, τα πρόσωπα.

Αυτή η περίσταση, τώρα, δεν είναι και τόσο καταδικαστική όσο φαίνεται. Η ηγεσία του ΚΚΕ εσωτερικού, παρά τα κουσούρια της, είχε στην εποχή της αντιληφθεί δυο τρία πράγµατα που ο Τσε ίσως και να τα υποτίµησε. Το µαρξιστικό-λενινιστικό υπόδειγµα υπέθετε ότι οι κρίσεις ενδυναµώνουν την Αριστερά και της προσφέρουν επιχειρήµατα, µέλη και ευκαιρίες. Αλλά η σύγχρονη ιστορία κατά κανόνα το διαψεύδει. Ενώ λοιπόν σε συνθήκες πολέµου ή δικτατορίας παρατηρήθηκε στην Ελλάδα ένα κενό εξουσίας που κάλυψε η Αριστερά, σε κοινοβουλευτικές συνθήκες, το αριστερό κίνηµα ανθίζει περισσότερο κατά τη διάρκεια φάσεων οικονοµικής και πολιτικής ευφορίας, παρά σε περιόδους κρίσης. Η κρίση γεννά συντηρητικά αντανακλαστικά, ξενοφοβία, εσωστρέφεια, αποπολιτικοποίηση. Η ευφορία γεννά ελπίδες, γονιµοποιεί ρεύµατα σκέψης και κινήµατα, οιστρηλατεί τις νεότερες γενιές, κάνει την Αριστερά να φαίνεται -ή και να είναι- καλύτερη από τον στάνταρ εαυτό της.

Εξήγηση Νο 2: Δεν παίζουµε µε την κρίση

Οι γέρικες εκείνες αλεπούδες το είχαν αντιληφθεί αυτό, εξ ου και απέβλεπαν στη διαµόρφωση ενός οµαλού κοινοβουλευτικού βίου, όσο ξενέρωτο κι αν ηχούσε αυτό στα αµφιθέατρα και στα πηγαδάκια. (Και φυσικά είχαν συλλάβει την ιδέα ότι η Ενωµένη Ευρώπη αποτελεί προνοµιακό πεδίο για την ανέλιξη της ελληνικής κοινωνίας και της Αριστεράς, πράγµατα για τα οποία δικαιώθηκαν, και τα οποία έχουν ως ένα βαθµό απεµπολήσει οι ηγεσίες του ΣΥΝ και του ΣΥΡΙΖΑ, αλληθωρίζοντας προς τη γραµµή του ΚΚΕ). Μπορεί να το τράβηξαν λίγο παραπάνω τότε, αλλά η βασική ανάλυση ήταν σωστή. Το υποψιαζόµουν όλο αυτό, αλλά δεν είχα αντιληφθεί το βάθος και την έκτασή του προτού εκδηλωθεί η τρέχουσα χρηµατοπιστωτική κρίση, που συµφύεται σε παγκόσµιο επίπεδο µε µια µακρά κρίση διακυβέρνησης, καθώς και µε την ανυπαρξία οραµάτων.

Είναι δείγµα πολιτικής µυωπίας το γεγονός ότι ενώ αναδύεται µια Ευρώπη γεµάτη φυγόκεντρες και ξενοφοβικές δυνάµεις και αναπαράγονται καταστάσεις του µεσοπολέµου που θα τις βρούµε µπροστά µας, εµείς οµφαλοσκοπούµε.

Πολύ περισσότερο που όλ’ αυτά έχουν άµεση σχέση µε τα δικά µας. Το 2007, ο ΣΥΡΙΖΑ είχε επίσης δεχτεί µεγάλη επίθεση µε αφορµή τις κινητοποιήσεις για την Παιδεία. Σ’ εκείνη τη συγκυρία όχι µόνο δεν πτοήθηκε, αλλά άντλησε µεγάλα οφέλη, εκλογικά και δηµοσκοπικά. Οφείλουµε να εξηγήσουµε τι µεσολάβησε και η ίδια πολιτική λειτούργησε, µόλις δύο χρόνια αργότερα, ως µαξιµαλιστική. Αυτό που µεσολάβησε ήταν η διεθνής οικονοµική κρίση. Και σε συνθήκες κρίσης δεν προσπαθείς ν’ ανοίξεις νέα µέτωπα, αλλά αναζητείς συναινέσεις και συµµαχίες. Δεν προτάσσεις «προχωρηµένα» ιδεολογικά µανιφέστα, αλλά ένα µίνιµουµ πολιτικό πρόγραµµα. Σε συνθήκες κρίσης δεν επιτίθεσαι, αµύνεσαι.

Εξήγηση Νο 3: Φύγε εσύ, έλα εσύ

Πολύ φοβάµαι, πάντως, ότι υπάρχει και µια τρίτη εξήγηση, σύµφυτη µε τις άλλες δύο. Πίστεψε η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ ότι το παλιό εκλογικό δυναµικό του χώρου δεν την εκφράζει, ότι µπορεί να πετάει σε κάθε εκλογική διαδικασία ένα 0,5% και να το υποκαθιστά µε ένα φρέσκο 1%. Όσο η εξίσωση λειτουργεί, µπορεί η τακτική αυτή να δικαιώνεται –προσωρινά µόνο. Αλλά ως πότε; Σε συνθήκες κρίσης (να την πάλι η κρίση), λειτουργεί και αντιστρόφως…
Αυτού του είδους τα µαθηµατικά, ωστόσο, υποκρύπτουν µια διπλή υποτίµηση. Υποτιµούν την ποιότητα, την αξία και την επαναστατικότητα ενός δοκιµασµένου κόσµου, εκτίµηση από αφελής έως αλαζονική. Πολύ περισσότερο, όµως, υποτιµούν την ηγεµονική διάσταση, το εύρος και τη δυναµική της νέας –υποτίθεται ακραιφνώς αριστερής– πολιτικής γραµµής. Τόσο ακραιφνούς, που δεν µπορεί να εµπνεύσει δεκάδες χιλιάδες αριστερούς πολίτες. Κι ύστερα σου λέει, εντελώς υποκριτικά, ότι «δεν περισσεύει κανείς».

Ανασύνθεση τώρα

Η τραγωδία του Συνασπισµού είναι ότι ενώ η ψυχή του ήταν και παραµένει ΚΚΕ εσωτερικού, είναι σχεδόν αδύνατον να επανασυνδεθεί µαζί της οργανικά, ενόσω µοναδική οργανωµένη έκφραση αυτής της παράδοσης θα παραµένει η λεγόµενη Ανανεωτική Πτέρυγα, για την ακρίβεια το κοµµάτι της που έχει αποµείνει µετά από τις απανωτές µεταγγίσεις στελεχών της προς το ΠΑΣΟΚ. Δεν έχει ούτε το εύρος, ούτε το κύρος ούτε την ιστορικότητα να συµβάλει καταλυτικά. Κι όλ’ αυτά, σε ένα εσωκοµµατικό τοπίο όπου η παγίωση και η αναπαραγωγή των τάσεων και της γραφειοκρατίας υπονοµεύει το διάλογο, την ελεύθερη αναζήτηση και τη σύνθεση απόψεων.

Όσοι νοιάζονται για τον Συνασπισµό ας πιάσουν το νήµα από την αρχή, όπως το είπε κάποια στιγµή ο Αλαβάνος αλλά για άγνωστους λόγους άλλαξε ρότα.
Κι όσοι νοιάζονται για τον ΣΥΡΙΖΑ, ας αρχίσουν να ψάχνονται αν έχει νόηµα αυτός ο δυϊσµός, ή µήπως θα ’πρεπε ΣΥΝ και ΣΥΡΙΖΑ να προχωρήσουν στην άµεση συγχώνευσή τους, ανεξάρτητα από τους τρέχοντες τακτικισµούς, ενσωµατώνοντας στις γραµµές του χιλιάδες ανένταχτους αριστερούς που «περισσεύουν» σήµερα από όλες τις συνιστώσες. Μέσα σε µια τέτοια κοσµογονία, υπάρχει το ενδεχόµενο να ανασυντεθούν -αν όχι και να διαλυθούν- οι τάσεις.
Η κοινωνία δεν περιµένει, ούτε τα ανοιχτά µέτωπα, ούτε η επέλαση του ρατσισµού, ούτε η οικονοµική κρίση. Και, βέβαια, ούτε οι εκλογές.

SMS

Την ώρα που έγραφα αυτές τις γραµµές, µε πλήρη επίγνωση του γεγονότος ότι τα διλήµµατα Αλαβάνος ή Τσίπρας και ΣΥΝ ή ΣΥΡΙΖΑ είναι πλαστά και απολιτικά, πήρα ένα SMS µε θέµα: «Να µην παραιτηθεί ο Αλαβάνος».

Ζηλεύω αυτούς που µπορούν να κλείσουν όλη τη σύνθετη διαδικασία που απαιτείται σε ένα SMS των 5 λέξεων. Κάποιος άλλος θα έγραφε «Να µην τσαλακωθεί ο Τσίπρας» και κάποιος τρίτος «Σας τα ’χαµε πει – Καλά να πάθετε». Επειδή θα ήταν αναχρονιστικό να γράψω «Ζήτω το ΚΚΕ εσωτερικού!», σας στέλνω το δικό µου SMS στην οικονοµική συσκευασία των 1.297 λέξεων.

Πηγή: Περιοδικό ΓΑΛΕΡΑ τεύχος Ιουλίου 2009

buzz it!

4 σχόλια:

Ασκαρδαμυκτί είπε...

Παιδιά, μην κουράζεστε άδικα.
Η υπόθεση δεν σηκώνει τσιγάρο!
Ανοικοδόμηση σηκώνει!
Πώς το λένε κι οι εργολάβοι;
Κατεδαφίζεται λόγω ανοικοδομήσεως...

ΣΠΙΘΑΣ είπε...

Πολύ καλό άρθρο.
[ ] "Η καρδιά του χώρου, ωστόσο, δεν παύει να είναι ΚΚΕ εσωτερικού, ό,τι κι αν µπορεί να σηµαίνει σήµερα αυτό. Μοιάζει απλοϊκή η ερµηνεία, αλλά δεν είναι.

**Δεν πρόκειται τόσο για πρόβληµα γραµµής, όσο για ζήτηµα πολιτικής κουλτούρας:

τον παραδοσιακό ψηφοφόρο του Συνασπισµού δεν τον ενοχλεί κατ’ αρχήν η ηγεσία στο πρόσωπο του Αλαβάνου ή του Τσίπρα (ψευτοδίληµµα κι αυτό, ε;), ούτε έχει αντιρρήσεις επί της αρχής σχετικά µε την κινηµατική στροφή του κόµµατος ή µε τη σύµπηξη του ΣΥΡΙΖΑ Τον απασχολεί όµως η γενική εικόνα που εκπέµπει ο χώρος, οι στρατηγικοί προσανατολισµοί του, η φρασεολογία, το στυλ, τα πρόσωπα." [ ]

Βέβαια ο στόχος δεν ήταν τρείς ευρωβουλευτές. Ήταν τέσσερες (4) κι'αυτό ας το καταπιούμε. Αλλά έτσι είχε τεθεί από τον ΣΥΡΙΖΑ.

ΣΠΙΘΑΣ είπε...

Και βεβαίως απολάμβανω τέτοια κείμενα με τσιγάρο :)

akrat είπε...

καλημέρα
αλλά δύο πράγματα δεν κατανοώ και θα τα πω ευθαρσώς.
Άμα πάρετε παρά πάνω στις εκλογές τι θα κάνετε την παραπανήσια δύναμη.
Και δεύτερο η παράδωσις του ΚΚΕεσ. που λες εμπνέει τις δυνάμεις που ήρθαν σε εσάς?
πω πω μάλλον πολλά λέω
αλλά τα ερωτώ...
εύχομαι τα καλύτερα δια εσάς